Θέλω να σκέφτομαι τα έργα μου σαν ψίθυρους: ψιθυρισμένους ύμνους, ψιθυρισμένους επαίνους, ψίθυρους που ακούγονται μέσα από μια χαραμάδα στο παράθυρο, ψίθυρος που μουρμουρίζει το ασυνείδητό μου. Είναι αποσπασματικές ημερολογιακές καταγραφές για την καθημερινότητά μου, για το σώμα μου, τις σκέψεις μου, σχεδιασμένες αισθησιακά με ένα κομμάτι από χρυσό και ασήμι. Με εμπνέει ιδιαίτερα η παρουσία των αρχαιοελληνικών γλυπτών από μάρμαρο και των ιαπωνικών σχεδίων από μελάνι sumi. Έχουν και τα δύο βάρος, ίσως λόγω της σωματικότητας του μαρμάρου ή του σκοταδιού του μαύρου μελανιού, αλλά αυτό που ξεχωρίζει είναι ο αέρας που τα περιβάλλει. Αυτός ο ήρεμος, ήσυχος αέρας εξακολουθεί να με γοητεύει. Η ησυχία του μπορεί να μεταμορφωθεί σε έναν χώρο που είναι τόσο αντίθετος με την πραγματικότητά μου, και θέλω κάθε αυτοπροσωπογραφία και κάθε μορφή να διαποτίζει τον χώρο εκείνο. Εδώ μουρμουρίζω δυνατά, μιλώντας μια σωματική γλώσσα και γλεντάω αβάκχευτα.


I like to think of my works as whispers: whispered hymns, whispered praises, whispers heard through a crack in a window, whispers murmured from my subconscious. They are fragmented journal entries about my day-to-day, my body, and my thoughts, sensually drawn with a piece of gold and silver. I am particularly inspired by the presence of Greek marble sculptures and Japanese sum ink drawings. Both are heavy in weight, whether it be because of the physicality of the marble or because of the darkness of the black ink, and yet there is a more prominent air which circulates them. This calm, quiet air continues to captivate me and I want each self-portrait and figure to permeate that space so antithetical to my reality.